Η Σχιζοφρένεια μέσα από το στίγμα

Τα συμπτώματα της σχιζοφρένειας συνήθως διαχωρίζονται σε «θετικά συμπτώματα», περιλαμβανομένων των ψευδαισθήσεων (αντίληψη απουσία ερεθίσματος) και παραληρητικών ιδεών (έμμονες ή ψευδείς πεποιθήσεις), και σε «αρνητικά συμπτώματα» (όπως συναισθηματική απάθεια, έλλειψη κινήτρου, ένδεια λόγου, κοινωνική απομόνωση και παραμέληση εαυτού). Κάθε άτομο παρουσιάζει ένα μοναδικό συνδυασμό συμπτωμάτων και εμπειριών.


Τα αίτια της σχιζοφρένειας δεν έχουν κατανοηθεί επαρκώς. Θεωρείται ότι η σχιζοφρένεια και οι σχετιζόμενες ψυχώσεις είναι το αποτέλεσμα μιας σύνθετης αλληλεπίδρασης μεταξύ ποικίλων παραγόντων (Broome et al., 2005· Garety et al., 2007), η οποία καθορίζεται από ένα συνδυασμό βιολογικών, ψυχολογικών και κοινωνικών παραγόντων. Οι σχιζοφρενείς ασθενείς εμφανίζουν σημεία ήπιας εγκεφαλικής βλάβης ή ατροφίας σε τμήματα του θαλάμου, του εγκεφαλικού φλοιού και του ιππόκαμπου. Ο εγκέφαλος των σχιζοφρενών έχει λιγότερους νευρώνες στον εγκεφαλικό φλοιό (Benes, et al., 1986) και τον ιππόκαμπο. Οι σχιζοφρενείς επίσης δεν εμφανίζουν αυξημένη δραστηριότητα σε τμήματα του μετωπιαίου φλοιού, όταν αυτό απαιτείται (Berman, et al., 1992).


Η σχιζοφρένεια απαντάται σε όλες τις εθνότητες και σε όλα τα μέρη του κόσμου. Η μέση επίπτωση της σχιζοφρένειας που αναφέρεται σε επιδημιολογικές μελέτες, όταν η διάγνωση περιορίζεται στα βασικά κριτήρια, είναι 0,11 στα 1000 (εύρος 0,07–0,17 στα 1000). Ο μέσος όρος είναι ίδιος και για τα δύο φύλα, αν και η μέση ηλικία έναρξης είναι περίπου 5 έτη μεγαλύτερη στις γυναίκες (ως εκ τούτου χαμηλότερο ποσοστό για τις γυναίκες στην εφηβεία), με μια δεύτερη μικρότερη αιχμή μετά την εμμηνόπαυση (Cannon & Jones, 1996).


Ιστορικά, μέχρι τη δεκαετία του 1950, η θεραπεία και η διαχείριση της σχιζοφρένειας αφορούσε, σε γενικές γραμμές, στην παραμονή των ασθενών σε μεγάλα άσυλα. Έκτοτε, στις ανεπτυγμένες χώρες, ξεκίνησαν σταδιακά να αναπτύσσονται προγράμματα αποασυλοποίησης και επανένταξης των ασθενών στην κοινότητα. Οι προσπάθειες αυτές ενισχύθηκαν σημαντικά από την εισαγωγή των αντιψυχωσικών φαρμάκων, όπως η χλωροπρομαζίνη, η θειοριδαζίνη και η αλοπεριδόλη. Στην Ελλάδα, οι προσπάθειες αυτές ξεκίνησαν τη δεκαετία του ’80 και συνεχίζονται σήμερα με το πρόγραμμα “Ψυχαργώς”, που έχει επιφέρει σημαντικές αλλαγές στο χάρτη των ψυχιατρικών υπηρεσιών στη χώρα μας. (Κλινικές Κατευθυντήριες Οδηγίες – Η Σχιζοφρένεια στους Ενήλικες: Θεραπευτική Αντιμετώπιση και Διαχείριση, Υπουργείο Υγείας 2015)

Στίγμα και Σχιζοφρένεια
Ο όρος «stigma» προέρχεται από την ελληνική λέξη που σημαίνει σημάδι ανεξίτηλο σε κάποιον που η κοινωνία επιθυμεί να ξεχωρίσει, υποδηλώνοντας του αρνητικές και απαξιωτικές ιδιότητες. Η σχιζοφρένεια ίσως να είναι η πιο παρεξηγημένη και στιγματισμένη διάγνωση ψυχικής ασθένειας, όπου τα περισσότερα άτομα με αυτή τη διάγνωση θα έρθουν αντιμέτωπα με κάποια μορφή προκατάληψης (Lee et al., 2006). Η απώλεια της προσωπικής ταυτότητας ως φυσιολογικού ανθρώπου και η απόκτηση του ρόλου του “σχιζοφρενή” ή του “ψυχικά ασθενούς” είναι η πιο επίπονη πτυχή της νόσου (Brekke, et al, 1993). Η τηλεόραση και τα μέσα μαζικής ενημέρωσης, συχνά απεικονίζουν τους σχιζοφρενείς ασθενείς ως βίαιους, χαοτικούς, απρόβλεπτους και επικίνδυνους (Sartorius, 2004; Schulze, et al, 2003). Ως εκ τούτου η άγνοια, η προκατάληψη και η διάκριση δημιουργεί ένα σύνολο στερεοτυπικών στάσεων, λανθασμένων πεποιθήσεων και φόβων σχετικά με τη διάγνωση της σχιζοφρένειας, επηρεάζοντας την κατανόηση της νόσου. Ο φόβος της επαφής με άτομα με σχιζοφρένεια και τα αρνητικά στερεότυπα είναι εξαιρετικά επιβλαβή οδηγώντας αυτά τα άτομα πολύ συχνά στην απελπισία, την κοινωνική απομόνωση, σε δυσκολίες στην εύρεση στέγης, εκπαίδευσης και επαγγελματικής απασχόλησης, επηρεάζοντας και επιβαρύνοντας όχι μόνο την πάθηση αλλά και τις οικογενειακές και διαπροσωπικές τους σχέσεις (Brady & McCain, 2004). Ιδιαίτερα επίπονο όμως είναι και για τον έφηβο σχιζοφρενή, όπου οι συνομήλικοι του κατά το πλείστον, απορρίπτουν οποιαδήποτε κοινωνική ή προσωπική επαφή (Lopez 1991).


Το εσωτερικό στίγμα επιπρόσθετα, αναφέρεται στη ντροπή και στην προσδοκία της διάκρισης που εμποδίζει τους σχιζοφρενείς ασθενείς να ζητήσουν βοήθεια ή να μιλήσουν για τις εμπειρίες τους, επηρεάζοντας αρνητικά τη συμμόρφωση στη φαρμακευτική αγωγή, επιβαρύνοντας τη ψυχιατρική συμπτωματολογία ανεξαρτήτως της αρχικής διάγνωσης και καθιστώντας δύσκολη την ψυχοκοινωνική αποκατάσταση. Εκτιμάται ότι οι μισοί περίπου ασθενείς αποφεύγουν την ψυχιατρική παρακολούθηση λόγω παραγόντων που σχετίζονται με το στίγμα της ψυχικής νόσου. Συχνά τα ψυχιατρικά συμπτώματα εκλογικεύονται ως ιδιορρυθμία της προσωπικότητας του πάσχοντα ή ως φυσιολογική αντίδραση σε ψυχοπιεστικές καταστάσεις. Σε άλλες περιπτώσεις, διαγνωσμένοι και συνεργάσιμοι ασθενείς υποκινούνται από πρόσωπα του περιβάλλοντός τους να διακόψουν τη φαρμακοθεραπεία επειδή “τους βλάπτει” ή “δεν τη χρειάζονται πια”.


Με την επίλυση του στίγματος έχουν ασχοληθεί οι Corrigan και Watson (2002), οι οποίοι εντοπίζουν ότι η μείωση του στίγματος μπορεί να επέλθει μέσω της εκπαίδευσης και επαφής. Συγκεκριμένα τα άτομα που διαθέτουν περισσότερες τεκμηριωμένες πληροφορίες σχετικά με την ψύχωση, στιγματίζουν λιγότερο απ’ ότι άτομα παραπληροφορημένα (Kolodziej & Johnson, 1996; Penn & Corrigan, 2002).


Το στίγμα αποτελεί “αγκάθι” στην προσπάθεια πρόληψης, διάγνωσης και αντιμετώπισης των ψυχιατρικών διαταραχών. Το στίγμα είναι στην ουσία, μια μορφή κοινωνικής αδικίας. Η υπέρβαση του στίγματος που σχετίζεται με τη σχιζοφρένεια απαιτεί εκτεταμένες, συνεχείς και ολοκληρωμένες προσπάθειες για την ευαισθητοποίηση της κοινότητας και την αλλαγή των στάσεων προς αυτούς τους ανθρώπους. Η καλλιέργεια του αισθήματος ευθύνης και σεβασμού απέναντι στον εαυτό μας και απέναντι στον συνάνθρωπο είναι το ουσιαστικό “φάρμακο” κατά του στίγματος, αλλά και ένδειξη προόδου και δείγμα πολιτισμού.

Βιβλιογραφία

Benes, F.M., Davidson, J. & Bird, E.D. (1986). Quantitative cytoarchitectural studies of the central cortex of sxizophrenics,Archives of General Psychiatry, 44, 608-616

Berman, K.F., Torrey E.F., Daniel D.G. & Weinberger, D.R. (1992). Regional cerebral blood flow in monozygotic twins discordant and cocordant for schizophrenia. Archives of General Psychiatry, 49, 927-934

Brady, N., McCain, G. (2004). Living with schizophrenia: A family Perspective. OJIN: The Online Journal of Issues in Nursing, 10(1).
https://doi.org/10.3912/OJIN.Vol10No01HirshPsy01

Brekke, J. S., Levin, S., Wolkon, G. H., Sobel, E., & Slade, E. (1993). Psychosocial Functioning and Subjective Experience in Schizophrenia. Schizophrenia Bulletin, 19(3), 599–608. https://doi.org/10.1093/schbul/19.3.599

Broome, M. R., Woolley, J. B., Tabraham, P., Johns, L. C., Bramon, E., Murray, G. K., … & Murray, R. M. (2005). What causes the onset of psychosis?. Schizophrenia research, 79(1), 23-34.

Cannon, M. & Jones, P. (1996). Schizophrenia. Journal of Neurology, Neurosurgery and Psychiatry, 60, 604-613.

Corrigan, P. W., & Watson, A. C. (2002). Understanding the impact of stigma on people with mental illness. World psychiatry, 1(1), 16.

Garety, P. A., Bebbington, P., Fowler, D., Freeman, D., & Kuipers, E. (2007). Implications for neurobiological research of cognitive models of psychosis: a theoretical paper. Psychological medicine, 37(10), 1377-1391.

Kolodziej, M.E., & Johnson, B.T. (1996). Interpersonal contact and acceptance of persons with psychiatric disorders: a research synthesis, Journal of Consulting and Clinical Psychology, 64, 387–396.

Lee, S., Chiu, M.Y., Tsang, A., Chui, H., Kleinman, A. (2006) Stigmatizing experience and structural discrimination associated with the treatment of schizophrenia in Hong Kong. Social Science and Medicine, 62, 1685–1696

Lopez, L. R. (1991). Adolescents’ attitudes toward mental illness and perceived sources of their attitudes: An examination of pilot data. Archives of psychiatric Nursing, 5(5), 271-280.

Penn, D. L., & Corrigan, P. W. (2002). The effects of stereotype suppression on psychiatric stigma. Schizophrenia research, 55(3), 269-276.

Sartorius, N. (2006). Lessons from a 10-year global programme against stigma and discrimination because of an illness. Psychology Health and Medicine, 11, 383–388.

Schulze, B., Angermeyer, M.C. (2003). Subjective experiences of stigma. A focus group study of schizophrenic patients, their relatives and mental health professionals. Social Science and Medicine, 56, 299–312.

Κλινικές Κατευθυντήριες Οδηγίες: Η σχιζοφρένεια στους ενήλικες: Θεραπευτική Αντιμετώπιση και Διαχείριση (2015, Ιούλιος). http://www.psychargos.gov.gr/Documents2/ODIGOS%20ERGALEIWN/DIADIKASIES/9.ΚΟ_Schizophrenia.pdf

en_GBEnglish